Θυμάμαι, όταν υπηρετούσα ως δάσκαλος στο Δημοτικό
Σχολείο της Ιθάκης, έκανα παρέα με έναν συνάδελφο, που εκείνη τη χρονιά είχε
τοποθετηθεί ως νεοδιόριστος Φυσικός στο Γυμνάσιο και το Λύκειο της Ιθάκης.
Συναντιόμαστε τα χειμωνιάτικα βράδια, σχεδόν καθημερινά, στη πλατεία
περιμένοντας το πλοίο να μας φέρει τα νέα από την πρωτεύουσα, να αγοράσουμε,
δηλαδή, την εφημερίδα μας και να πάρει ο καθένας το δρόμο για το σπίτι του,
γιατί η χειμωνιάτικη υγρασία δε μας άφηνε πολλά περιθώρια επιλογών.
Για ένα διάστημα τον είχα χάσει από την καθιερωμένη
συνάντηση της πλατείας. Κάποια μέρα που τον συνάντησα τυχαία στο δρόμο, τον
ρώτησα:
- Σε
έχασα, πού βρίσκεσαι;
- Διαβάζω, μου λέει, διαβάζω γιατί εγώ σπούδασα Φυσικός στη Γερμανία και για να
ξέρεις, για τους Γερμανούς θεωρούμαι Φυσικός για τα εργοστάσια. Εδώ με διόρισαν
ως δάσκαλο στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αν ήθελα, συνέχισε, να γίνω καθηγητής,
έπρεπε να παρακολουθήσω, μετά την κατάρτισή μου στο αντικείμενο της ειδικότητάς
μου, μαθήματα παιδαγωγικής, ψυχολογίας και διδακτικής.
Ο λόγος του με προβλημάτισε έντονα και απομακρυνόμενος
από το σημείο της συνάντησής μας διερωτήθηκα: Μα κι εγώ που σπούδασα Μαθηματικός
και ο άλλος που σπούδασε Φιλόλογος είμαστε κατάλληλα εκπαιδευμένοι να γίνουμε
δάσκαλοι των παιδιών του Γυμνασίου και του Λυκείου; Φυσικά, ΟΧΙ, γιατί στη
σημερινή εποχή ο σύγχρονος εκπαιδευτικός δεν πρέπει να γνωρίζει μόνο το
γνωστικό του αντικείμενο, αλλά να γνωρίζει και «ΠΩΣ» θα το διδάξει και
πρωτίστως και κυρίως να ΓΝΩΡΊΖΕΙ και ΑΥΤΌΝ που θα διδάξει. Να γνωρίζει τις
κλίσεις και τα ενδιαφέροντά του, τις ανησυχίες του, τον τρόπο του σκέφτεται,
που μιλά, που αντιλαμβάνεται, που θυμάται, που επικοινωνεί, που μαθαίνει.
Κάποιοι, πολέμιοι ίσως του θεσμού του σχολείου,
ισχυρίζονται ότι αν ο εκπαιδευτικός παραμείνει μόνο ως πηγή παροχής γνώσης,
κινδυνεύει στο άμεσο μέλλον να χάσει τη δουλειά του και το σχολείο να
απαξιωθεί. Σαν απάντηση σ’ αυτόν τον ισχυρισμό ο εκπαιδευτικός πρέπει να
προβάλει τον παιδαγωγικό του ρόλο, που τον καταξιώνει στους μαθητές του και
στην κοινωνία γενικότερα. Δηλαδή, να αγαπήσει το μαθητή, να τον ενθαρρύνει, να
αναδείξει τα θετικά στοιχεία της προσωπικότητάς του, να τον διδάξει με το
παράδειγμά του, να εμφυσήσει σ’ αυτόν ήθος και αξίες και τέλος να τον
βοηθήσει να «μάθει πώς να μαθαίνει».
Όλα αυτά τα προσόντα τα έχει ο σημερινός εκπαιδευτικός
της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης; Ναι, αρκετοί θα έλεγαν τα έχουν. Τα έχουν όχι
γιατί εκπαιδεύτηκαν να τα αποκτήσουν, αλλά γιατί κατέβαλαν μεγάλη προσπάθεια,
διάβασαν και έχουν ενστερνισθεί ότι το επάγγελμα του εκπαιδευτικού δεν είναι
μόνο λειτούργημα αλλά είναι και ΙΔΕΑ. Σε όλους αυτούς τους συναδέλφους της
δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης «τους βγάζω το καπέλο», τους συγχαίρω, γιατί μόνοι
τους χωρίς ιδιαίτερες παιδαγωγικές σπουδές αγωνίζονται να κρατήσουν το μαθητή
στο σχολείο, να τον αγκαλιάσουν, να τον ενθαρρύνουν, να επικοινωνήσουν μαζί του
και να μιλήσουν στην ψυχή του.
Μπορεί όμως το σεβαστό Υπουργείο Παιδείας, ο υπεύθυνος
φορέας της εκπαίδευσης των παιδιών, να αφήνει τα πράγματα στην τύχη τους; Στην
Πατρίδα μας στα χαρτιά όλα λειτουργούν καλά και τούτο το λέω γιατί το ΥΠΕΠΘ
έχει ψηφίσει εδώ και κάτι χρόνια το σχετικό νόμο που προβλέπει την παιδαγωγική
κατάρτιση των καθηγητών, πλην όμως ουδέποτε εφαρμόστηκε! Δυστυχώς, ο καθηγητής
με τις 40-50 διδακτικές ώρες εισαγωγικής επιμόρφωσης ως παιδαγωγικό εφόδιο
έρχεται να διδάξει στο σχολείο.
Είναι καιρός πλέον να γίνει
κάτι. Όπως, και οι εκπαιδευτικοί του δημοτικού σχολείου σπουδάζουν στα
παιδαγωγικά τμήματα των πανεπιστημίων μας να γίνουν ΔΑΣΚΑΛΟΙ, έτσι και οι
καθηγητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης πέρα από τις βασικές σπουδές του
γνωστικού τους αντικειμένου πρέπει να αποκτήσουν και τις θεωρητικές και
πρακτικές γνώσεις των Επιστημών της Αγωγής (Παιδαγωγικά, Ψυχολογία, Διδακτική
κτλ.), γιατί μόνο τότε θα ελπίζουμε ότι θα ξημερώσει ένα καλύτερο αύριο για την
εκπαίδευση. Είναι πλέον καιρός…ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ δεν πρέπει να είναι μόνο για το
μάθημα ... αλλά και για το ΜΑΘΗΤΗ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου