Είναι σχεδόν
κανόνας για τα ελληνικά δεδομένα ότι κάθε νέα κυβέρνηση, μόλις ανέβει στην
εξουσία, κύριο μέλημά της είναι να αλλάξει (δυστυχώς) τον νόμο της επιλογής των
στελεχών της εκπαίδευσης ή να επιταχύνει τις διαδικασίες για νέες επιλογές.
Η παρούσα
κυβέρνηση φαίνεται ότι πράττει το ίδιο. Σπεύδει να αλλάξει τις διαδικασίες
επιλογής των στελεχών της εκπαίδευσης μια και για καλή της τύχη η θητεία τους λήγει
τον Ιούνιο και έτσι –δείχνοντας ένα δημοκρατικό πρόσωπο προς τους πολίτες- δεν
αναγκάζεται να προβεί σε διακοπή της θητείας των ήδη υπηρετούντων.
Και εφόσον λοιπόν
αλλάζει τις διαδικασίες, πρέπει να εφεύρει και κάτι πρωτότυπο. Άλλες προηγούμενες
κυβερνήσεις άλλαζαν τη συσχέτιση μεταξύ των μετρήσιμων μορίων (μεταπτυχιακά,
δεύτερα πτυχία, επιστημονικές εργασίες κτλ.) και των μορίων αρχαιότητας και συνέντευξης.
Η παρούσα ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας επιλέγει κάτι πιο ριζοσπαστικό.
Καταργεί τη συνέντευξη και την αντικαθιστά με τις ψήφους του συλλόγου των
διδασκόντων κάθε σχολείου, αναβαθμίζει την αρχαιότητα αλλά υποβαθμίζει τα επιστημονικά
προσόντα, γιατί -λένε μερικοί από τους εισηγητές τους- ότι αυτά δεν παίζουν και
μεγάλο ρόλο σε τέτοιες διαδικασίες, για να μην πω ότι και μερικοί από αυτούς
ισχυρίζονται ότι αυτά τα προσόντα τα απέκτησαν κάποιοι ευρισκόμενοι σε ευνοϊκές
συνθήκες. Εδώ θα μου επιτρέψετε να θυμίσω τη ρήση του θυμόσοφου λαού: «όσα δεν
τα φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια».
Και αρχίζει
η συζήτηση στη Βουλή και σύντομα διαπιστώνει η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας ότι
τέτοιες προτάσεις εμπεριέχουν αφενός διφορούμενες απόψεις και αφετέρου ίσως αντισυνταγματικές
διατάξεις, γι’ αυτό, βλέποντας ότι δεν αντέχουν στον χρόνο, τις βαφτίζει
προσωρινές.
Ας έρθουμε όμως
στο θέμα μας.
Είναι
γεγονός ότι οι διαδικασίες των συνεντεύξεων στις επιλογές των στελεχών της εκπαίδευσης
δεν είχαν και τις καλύτερες κριτικές (κομματικές πιέσεις, συνδικαλιστικές
προτιμήσεις κτλ) και όντως έπρεπε κάτι να αλλάξει. Έτσι, αντί το Υ.ΠΑΙ.Θ. να φτιάξει
συμβούλια επιλογής με τη συμμετοχή και κάποιων ειδικών (Ψυχολόγων, Επιστημόνων) και οι εκπρόσωποι του κλάδου να
παρακολουθούν τις διαδικασίες χωρίς να ψηφίζουν, αντικατέστησε τα περιφερειακά συμβούλια
με το σύλλογο των διδασκόντων κάθε σχολείου.
Κατ’ αρχάς η
έκφραση γνώμης του συλλόγου των διδασκόντων του σχολείου φαίνεται σωστή, αλλά
το ερώτημα που τίθεται είναι οι εκπαιδευτικοί θα είναι αντικειμενικοί στις κρίσεις
τους ή θα επικρατήσουν άλλα κριτήρια και το λέω αυτό για δύο λόγους: Πρώτον η
ψηφοφορία θα είναι μυστική και έτσι δε θα υπάρξει αιτιολόγηση της ψήφου και
δεύτερον αφού η παρούσα ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας ανέστειλε (για να μην πω
κατάργησε) τη διαδικασία της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών από τους διευθυντές,
πώς είναι δυνατόν να βάζει τους εκπαιδευτικούς να αξιολογήσουν τον διευθυντή της
σχολικής μονάδας; Δύο μέτρα και δύο σταθμά;
Πέρα όμως από
αυτές τις επιφυλάξεις διακρίνω στον νόμο μια πιθανή αντισυνταγματική διάταξη,
καθώς στερεί το δικαίωμα στον υποψήφιο διευθυντή να επιλέξει και άλλες σχολικές
μονάδες αλλά και σε έναν εκπαιδευτικό μιας σχολικής μονάδας με αρκετά προσόντα
να γίνει διευθυντής σε ένα άλλο σχολείο. Επιπροσθέτως, πολύ φοβάμαι ότι το
σύστημα της κάλπης στα σχολεία, ίσως βάζει τους εκπαιδευτικούς των σχολείων σε
αντιπαράθεση με συνέπεια να δημιουργηθεί ένα δυσμενές κλίμα στη σχολική μονάδα.
Είναι καιρός
ακόμη, μέχρι να γίνει το εν λόγω νομοθέτημα νόμος του κράτους, να τύχει
βελτιώσεων από τη ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας ή επιτέλους ας αποκτήσει και η
Χώρα μας μια κοινή γραμμή στα θέματα της Παιδείας. Φθάνουν πια αυτές οι αλλαγές,
που κουράζουν τους εκπαιδευτικούς αλλά και τους μαθητές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου