Πήρε βιαστικά τον δρόμο του γυρισμού για το πατρικό, ύστερα από μια βόλτα στο χωριό που βρέθηκε σε κάποιες γυμνασιακές διακοπές. Ήταν Χειμώνας και το κρύο έτσουζε το πρόσωπό του καθώς συνοδευόταν από τη διαπεραστική υγρασία που του τρυπούσε το κόκκαλο. Το τοπίο θολό και ο ορίζοντας της θάλασσας του έστελνε μηνύματα ότι θα ακολουθούσε δυνατή μπόρα.
Άνοιξε την πόρτα της κουζίνας και κάθισε δίπλα στο αναμμένο τζάκι με την υπερυψωμένη γωνιά. H φωτιά του σκόρπιζε μια ζεστή θαλπωρή στο περιβάλλον. Ήταν άραγε η ζέστη της φωτιάς που σκόρπιζε την ηρεμία ή τα πρόσωπα των δικών του που έδιναν φως και αγάπη; Ίσως και τα δύο, όμως το αποτέλεσμα μετρούσε.
………………………………………………………......................................................
Σαν έπεφτε η νύχτα και ο πατέρας του πρώτος πήγαινε για ύπνο, ακολουθούσε η βραδινή μελέτη (προετοιμασία - επανάληψη πες το για τις εξετάσεις του α΄ εξαμήνου). Η λάμπα του πετρελαίου κατέβαινε από τον τοίχο, που ήταν κρεμασμένη για να στέλνει φως σε όλη την κουζίνα και τοποθετούνταν πάνω στο τραπέζι για να φωτίζει καλύτερα.
Η μάνα του όμως εκεί δίπλα να πλέκει τη δαντέλα της αμίλητη χωρίς να βοηθά ουσιαστικά στη λύση των προβλημάτων, απλώς να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την επίτευξη του στόχου. Η αγάπη, η κατανόηση και η θαλπωρή της ήταν αρκετά για κείνες τις στιγμές, στιγμές αξέχαστες, στιγμές στοργής…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου